Ο Δεκέμβρης του 1903

Κι αν για τον έρωτά μου δεν μπορώ να πω —
αν δεν μιλώ για τα μαλλιά σου, για τα χείλη, για τα μάτια·
όμως το πρόσωπό σου που κρατώ μες στην ψυχή μου,
ο ήχος της φωνής σου που κρατώ μες στο μυαλό μου,
οι μέρες του Σεπτέμβρη που ανατέλλουν στα όνειρά μου,
τες λέξεις και τες φράσεις μου πλάττουν και χρωματίζουν

let the memory live again

Σου χαμογελω και σε κοιτω στα ματια

Είναι κάποιες αγκαλιές που δεν μπορεί κανείς να τις αντικαταστήσει...

κι εγώ θα είμαι εκεί, εκεί θα βρίσκομαι πάντα, εκεί θα σε περιμένω... ακόμα και ως την άλλη ζωή θα σε περιμένω, αγγίζοντας σε ...

Μοναξιά... στον ίσκιο των πουλιών




"Είναι κάτι νύκτες, που τ'αστέρια κατεβαίνουνε χαμηλά.Που λιώνει το φεγγάρι και νοτίζει την ψυχή σου.
Είναι κάτι νύκτες, που όλα σιγοτραγουδούν.
Ακόμα κι οι πέτρες.

Και τα ξερά κλαδιά.

Αυτές τις νύκτες, προτιμά να σε θυμάται η μοναξιά σου.
Κι έρχεται ακάλεστη.
Χωρίς να χτυπήσει ούτε καν την πόρτα, να ρωτήσει αν δέχεσαι επισκέψεις.
Χωρίς να κρατά η αφιλότιμη, ουτ' ένα λουλουδάκι. Ουτ' ένα γλυκό, μπάς και σε ξεγελάσει.
Θρονιάζεται στη ψυχή σου κι ανάβει προκλητικά το τσιγαράκι της.
«Αυτάααα! Που είχαμε μείνει;» Σου λέει μ' όλο το θράσος της και σε κοιτά κατάματα.

Ειν' αυτές οι νύχτες, που τ' άστρα κατεβαίνουν χαμηλά.

Που λιώνει το φεγγάρι.
Που όλα σιγοτραγουδούν.

Είν' αυτές οι νύχτες τελικά, που βλέπεις καθαρά, το χρώμα που έχουν τα μάτια της μοναξιάς.

Ίδιο ακριβώς, όπως οι στάχτες από τα όνειρα...."


Αλκυόνη Παπαδάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου