Ο Δεκέμβρης του 1903

Κι αν για τον έρωτά μου δεν μπορώ να πω —
αν δεν μιλώ για τα μαλλιά σου, για τα χείλη, για τα μάτια·
όμως το πρόσωπό σου που κρατώ μες στην ψυχή μου,
ο ήχος της φωνής σου που κρατώ μες στο μυαλό μου,
οι μέρες του Σεπτέμβρη που ανατέλλουν στα όνειρά μου,
τες λέξεις και τες φράσεις μου πλάττουν και χρωματίζουν

let the memory live again

Σου χαμογελω και σε κοιτω στα ματια

Είναι κάποιες αγκαλιές που δεν μπορεί κανείς να τις αντικαταστήσει...

κι εγώ θα είμαι εκεί, εκεί θα βρίσκομαι πάντα, εκεί θα σε περιμένω... ακόμα και ως την άλλη ζωή θα σε περιμένω, αγγίζοντας σε ...

Δεν ήξερα τον έρωτα έτσι τραγουδιστό κι αρωματάρη

ΡΥΜΗΔΟΝ Ή ΚΑΠΩΣ
Μου φαίνεται πως είμαι στου φωτός τα πρόθυρα
τρισέρημος από σπίθες του μέλλοντος.
Λατρεύω την απόλαυση βυσσινιά, τη στύση μέσα στο ρόδο.
Σα να ’χω πάθει λεκτική αφυδάτωση σα να ’χω
ξεράσει βοερά στην αχραντοσύνη.
Δεν είναι τρόπος ετούτος να αρρωσταίνω στα ύψη μου
πλήρης από ένδοξη υγεία.
Λαλούν καμπύλες σήμερα μ’ αρώματα
στη φλογισμένη κόλαση της αφής μου
στο θαλερό κι απόλυτο κορμί σου ω Ανώνυμη
τέτοιος θρίαμβος
και του ορθόστητου λαιμού σου το γλυπτό
λες από ύλη κάτασπρου αγγέλου.
Δεν ήξερα τον έρωτα έτσι τραγουδιστό κι αρωματάρη
το βόγγημα του γαλαξία ωσάν ένα
κυμάτισμα λευκότητας. Από πότε
γνωρίζομαι εγώ με την όραση;
Είμαι στο τέρμα του μυαλού μ’ ένα χαμόγελο
κρεουργημένο.
Είχα δύο-τρία σύγνεφα στα χέρια μου δεν τα ’χω
τα θεϊκά κουσούρια της θάλασσας αγναντεύοντας
κι αυτό ψηλά κατάντικρυ
το πλαδαρό φεγγάρι που σεληνιάζεται (τι πάθος)
απόψε ειν’ ορείχαλκος και παρακμάζει καμπουριάζοντας.
Τι είναι τούτος ο αγέρας, βιολονίστας;
τι ειν’ ο θάνατος ανήμερα στη ζήση;
Κανένας πεθαμένος δε μετέχει στα τριαντάφυλλα
κι ας λέμε -, η γερόντισσα του ερχόμενου αιώνα
η νιόπαντρη χημεία το ξέρει
χορταριάζοντας αλλιώς τους τάφους.
                                                 Νίκος  Καρούζος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου