Ο Δεκέμβρης του 1903

Κι αν για τον έρωτά μου δεν μπορώ να πω —
αν δεν μιλώ για τα μαλλιά σου, για τα χείλη, για τα μάτια·
όμως το πρόσωπό σου που κρατώ μες στην ψυχή μου,
ο ήχος της φωνής σου που κρατώ μες στο μυαλό μου,
οι μέρες του Σεπτέμβρη που ανατέλλουν στα όνειρά μου,
τες λέξεις και τες φράσεις μου πλάττουν και χρωματίζουν

let the memory live again

Σου χαμογελω και σε κοιτω στα ματια

Είναι κάποιες αγκαλιές που δεν μπορεί κανείς να τις αντικαταστήσει...

κι εγώ θα είμαι εκεί, εκεί θα βρίσκομαι πάντα, εκεί θα σε περιμένω... ακόμα και ως την άλλη ζωή θα σε περιμένω, αγγίζοντας σε ...

...ό,τι δε σε σκοτώνει, σε κάνει πιο δυνατό


Γιατί; Γιατί; Θ' αναρωτιέμαι πάντα … τη μοίρα σου ποια αιτία, άραγε, σε παρέσυρε να την προκαλέσεις έτσι απροκάλυπτα, σαν να 'σουνα ο χειρότερος εχθρός σου κι αντί διέξοδο να ψάχνεις να βρεις, του κόσμου όλα τα εμπόδια χτίζεις στον πηγαιμό σου; Προδότης του εαυτού σου, τάσεις αυτοκαταστροφής;
Μα εσύ όλο με κοιτάς, σαν να έχεις κάτι να πεις, μα δεν το λες το ρημάδι.
«Πες μου, τι δε μπορώ με το φτωχό μυαλό μου να αντιληφθώ κι ίσως για μια φορά να σε νιώσω κι εγώ.»
Τότε και πάλι γέλασες …καθαρά, δυνατά!
«Χαίρεσαι που προκαλείς την απορία; η απλώς ούτε που πρόσεξες τα λόγια μου;»
Μα αμέσως με διέψευσες... όλα τα 'χες ακούσει!
Έστρεψες το πρόσωπό σου κι είπες ψιθυριστά:
«Φταίει, που δεν έχεις καταλάβει ένα πράγμα για μένα… πως όταν παγιδεύομαι σε λαβύρινθους, δημιουργώ γκρεμούς»




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου