
Μάζεψα δυο αχτίδες. Από κείνες τις θολές. Στα μάτια μου τις έφερα και το κόκκινο τους μ’ έκαψε. Δεν το ήθελα αλλά το έκανα.
Είναι από αυτές τις πράξεις απόγνωσης που κάθε τρελός κάνει. Ξέρει αλλά κάνει.
Δεν ήθελα να σε τρομάξω.
Δεν ήθελα καν να το ξερεις.
Αλλά στο όνειρο σου ήρθα. Ξανά και ξανά. Επαναληπτικά.
Σαν καραμπίνα που εκπυρσοκροτεί. Ε π α ν α λ η π τ ι κ ά.
Ότι θραύσμα κι αν πετάχτηκε, ξέρω, δεν σε χτύπησε.
Αν και δεν έβλεπα, κομμάτια γινόμουν απ’ τα κομμάτια του να σε προστατέψω.
Έτσι ήλπιζα ότι εμένα θωράκιζα.
Δεν ξέρω τι να πω πια. Σφαίρες οι λέξεις. Άηχες. Ανέλπιστες.
Τρέχουν αλλά δεν πρόφτασαν. Χτυπήθηκαν με τον αέρα αλλά σώες έμειναν.
Αυτές... γιατί εμείς πληγωθήκαμε.
Από ό,τι ελπίσαμε.
Από ό,τι προσπαθήσαμε.
Από ό,τι ζήσαμε.
Μέρες τόσο λευκές όσο και το αλάτι.
Όμως οι εισπράξεις είναι μέρος παγερό τελικά.
Και έχουν αποτέλεσμα τετελεσμένο.
Α π ο τ ε λ ε ι ω μ έ ν ο …
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου